top of page

2013

ΙΤΑΛΙΚΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ

Η κατασκευή του κτιρίου ξεκίνησε το 2013, με τις πιο σύγχρονες προδιαγραφές δόμησης, εξωτερικά και εσωτερικά στοιχεία διακόσμησης, με έμπνευση την Δωδεκανησιακή αρχιτεκτονική των Ιταλών στην Νέα εικόνα των πόλεων που θέλησαν να προσδώσουν, η οποία άρχισε να εμφανίζεται σε όλα τα Δωδεκάνησα στο πρώτο τρίτο του προηγούμενου αιώνα.

~

Τα συγχαρητήρια αυτής της διαφορετικής αρχιτεκτονικής προσέγγισης ανήκουν στους γονείς μας

Ιάκωβο Σ. Έψιμο, Δικηγόρο και Παρασκευή Γ. Μυλωνά, Εργοδηγό

για την επιμονή και πολύμηνη ενασχόληση τους με ένα τόσο τολμηρό εγχείρημα.

Πολιτικός Μηχανικός: Νικόλαος Γ. Μυλωνάς

Ιταλικά προσχέδια - προσθήκες: Ελισάβετ Σ. Γκιουρτζίδη, Γεώργιος Ιακ. Έψιμος

~

Σήμερα τα κτίρια της Ιταλοκρατίας αποτελούν, μαζί με τα υπόλοιπα ίχνη και μνημεία ξένων πολιτισμών (Τουρκικά και Φραγκικά), μέρος της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς των Δωδεκανησίων.

Η ολοένα βαθύτερη γνώση της ελληνικής αρχιτεκτονικής έχει από καιρό καταδικάσει τελεσίδικα τις ακρότητες μιας ελληνοκεντρικής θεώρησης των πραγμάτων και, συνάμα, έχει συμβάλει στην αναγνώριση της συμβολής τέτοιων, με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, κατηγοριών αρχιτεκτονικής, που από κάποια ιστορική συγκυρία σχεδιάστηκαν και χτίστηκαν στον ελληνικό χώρο. Ακόμα και αν εκφράζονταν δικαιολογημένες ως ένα σημείο αντιρρήσεις, για το πόσο «ελληνική» δείχνει αυτή η αρχιτεκτονική, είναι πια σήμερα φανερό πως δεν υπάρχει τρόπος να αγνοηθεί ως «ξένο σώμα», ανεξάρτητα από τον τρόπο ένταξής της σε έναν τόπο με τόσο πλούσια πολιτισμική ιστορία, όπως τα Δωδεκάνησα.

Η Ιταλική παρουσία στα Δωδεκάνησα συνοδεύτηκε απο μια δυναμική αλλαγή στο δομημένο περιβάλλον των νησιών σε όλα τα επίπεδα: Αναδιαμόρφωση των ιστορικών κέντρων, Οργάνωση του οδικού δικτύου, Επεκτάσεις και επανασχεδιάσεις του πολεοδομικού ιστού.

Οι επεμβάσεις αυτές σκόπευαν να υπογραμμίσουν την εξουσία των Ιταλών και να διευκολύνουν την ανάπτυξη συγκεκριμένων χρήσεων σε κάθε νησί. Π.χ.: Τουρισμός στη Ρόδο, Στρατιωτικές βάσεις Λέρου.

Κατασκευάζοντας μεγάλο όγκο νέων κτηρίων σε όλα τα νησιά των Δωδεκανήσων, οι Ιταλοί δημιούργησαν τομή στην εικόνα των οικισμών, διαμορφώνοντας μια αποικιακή αρχιτεκτονική που λειτουργούσε συμβολικά και αναδείκνυε το μητροπολιτικό κράτος σε φορέα εκσυγχρονισμού.

Τα νέα δημόσια κτήρια ξεχωρίζουν ακόμα και σήμερα τόσο για την απομάκρυνσή τους απο τους προηγούμενους τύπους της τοπικής – λόγιας ή λαϊκής – αρχιτεκτονικής, όσο και για το μέγεθος, την κλίμακα και την ένταξή τους στο τοπίο των νησιών.

ΠΕΡΙΟΔΟΙ ΤΗΣ ΙΤΑΛΙΚΗΣ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ ΣΤΑ ΔΩΔΕΚΑΝΗΣΑ

 

Μπορούμε να διακρίνουμε δύο περιόδους στην αρχιτεκτονική της Ιταλοκρατίας στα Δωδεκάνησα, που αντικατοπτρίζουν τις διαφορετικές αντιλύψεις των δύο γενικών διοικητών, του Mario Lago (1924-1936) και του Cesare De Vecchi (1936-1941).

 

Η ΠΡΩΤΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ

Στην πρώτη περίοδο οι Ιταλοί υιοθέτησαν μια αρχιτεκτονική με ιστορικές αναφορές, επιδίωξαν να δημιουργήσουν μια ιδεατή συνέχεια με την αρχιτεκτονική της Ιπποτοκρατίας στα νησιά. Στα πρώτα έργα, όπως είναι οι στρατώνες (1924-1926), το διοικητήριο (1926-1927) και το ταχυδρομείο (1927-1928) της Ρόδου του αρχιτέκτονα Florestano De Fausto, υπήρχε η διάθεση αναβίωσης τεχνοτροπιών όπως ο Μανιερισμός και η αναγεννησιακή τέχνη. Έχοντας σκοπό τη δημιουργία μιας συμβολικής αρχιτεκτονικής, ο αρχιτέκτονας δεν μετέφερε αυτούσιες μορφές αλλά τις χρησιμοποίησε μέσα απο μια διαδικασία αφαίρεσης και ανασύνθεσης. Στα επόμενα έργα παρατηρήθηκε συνειδητή προσπάθεια να χρησιμοποιηθούν και κάποια αναγνωρίσιμα στοιχεία της <<τοπικής παράδοσης>>, που πιθανόν θα είχαν καλύτερη ενσωμάτωση στις κατακτημένες περιοχές. Οι επιλογές των μορφολογικών αναφορών δεν ήταν τυχαίες, αλλά περνούσαν μέσα απο το φίλτρο του κατακτητή. Ο νεοκλασισμός που είχε αναπτυχθεί μέσα απο το 19 αιώνα στις Ελληνικές κοινότητες των Δωδεκανήσων αποκλείστηκε, γιατί παρέπεμπε στο Εθνικό κέντρο των Ελλήνων, την Αθήνα. Αλλά και η αιγαιοπελαγίτικη παράδοση υποβαθμίστηκε.

 

Οι Ιταλοί στράφηκαν περισσότερο στην ανώνυμη μεσογειακή και βαλκανική παράδοση. Η νέα αρχιτεκτονική που δημιουργήθηκε συνδύασε Ενετικά και Γοτθικά στοιχεία με διακοσμιτικά μοτίβα απο τη λαϊκή τέχνη των Δωδεκανήσων και με δάνεια απο την παράδοση γειτονικών Αραβικών μεσογεικών κρατών. Μέσα απο την μείξη όλης αυτής της ποικιλίας μορφών δημιουργήθηκε ένα νέο εκλεκτιστικό αρχιτεκτονικό λεξιλόγιο. Στην περίπτωση της Ρόδου που προωθήθηκε και οργανώθηκε απο τους Ιταλούς ως τουριστικός προορισμός, ο εκλεκτισμός έλαβε έντονα στοιχεία εξωτισμού, που προσέδωσαν στο νησί το διεθνές κλίμα του μεσογειακού θερέτρου.

Αποκορύφωμα αυτής της αρχιτεκτονικής αποτελεί το ξενοδοχείο των Ρόδων, του αρχιτέκτονα Florestano De Fausto (1925-1927). Στα Λουτρά της Καλιθέας (1928-1930) του Pietro Lombardi υπάρχει μια πιο αφαιρετική τάση κοντά στις αρχές του Ρασιοναλισμού και του Αρτντεκό, που αναπτυσόταν εκείνη την περίοδο στην Ιταλία. Το συγκρότημα της Καλιθέας αποτελεί ενδιαφέρουσα παρέμβαση στο φυσικό τοπίο των πηγών, που ξεχωρίζει για τη χρήση σχεδιασμένου και φυσικού υπέθριου χώρου και την διαβάθμιση των όγκων στα διάφορα κτήρια. Αποτέλεσε για τις επόμενες δεκαετίες σημείο αναφοράς για την τουριστική Ρόδο και το ιδανικό σκηνικό για πολλές Ελληνικές ταινίες της δεκαετίας του 1960.

Οι πολεοδομικές παρεμβάσεις στη Ρόδο και στην Κω είναι χαρακτηριστικές των αντιλήψεων που είχαν οι Ιταλοί για την εικόνα των πόλεων. Σύμφωνα με το ρυθμιστικό σχέδιο της πόλης της Ρόδου, που συνέταξε ο Florestano De Fausto, οι δημόσιες υπηρεσίες συγκεντρώθηκαν εκτός του ιστορικού κέντρου της πόλης και κατά μήκος της ακτής. 

Η ΔΕΥΤΕΡΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ

Με τον επόμενο διοικητή των Δωδεκανήσων Cesare Maria De Vecchi ξεκινά νέα περόδος στην αρχιτεκτονική των Ιταλών, που πλέον στοχεύει να προσδώσει στις κατακτημένες περιοχές την εικόνα μιας επαρχίας της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Η περίοδος αυτή χαρακτηρίζεται απο μια αφαιρετική διάθεση και απο την επικράτιση του Ρασιοναλισμού και του μοντέρνου κλασικισμού. Μέσα στη γενικότερη τάση που επικρατεί, ο De Vecchi πραγματοποιεί και μια εκστρατεία <<κάθαρσης>> της αρχιτεκτονικής του προκατόχου του, αναπλάθοντας τις προσόψεις αρκετών δημοσίων κτηρίων.

 

Χαρακτηριστικό δείγμα των νέων αντιλήψεων στην αρχιτεκτονική πολιτική των Ιταλών αποτελεί το Λακκί της Λέρου. Η Λέρος, λόγω της γεωγραφικής της θέσης, επιλέχθηκε για την εγκατάσταση στρατιωτικών βάσεων. Στον όρμο Λακκί, το μεγαλύτερο φυσικό λιμάνι της Μεσογείου, κατασκευάσθηκε ναύσταθμος. Για την εξυπηρέτησή του ιδρύθηκε εξαρχής μια νέα πόλη αποκλειστικά Ιταλών εποίκων, που ονομάστηκε Porto Lago. Οι πρώτες απαλλοτριώσεις και τα έργα υποδομής άρχισαν το 1928 και οι εργασίες διήρκεσαν έως το 1936. Το σχέδιο που εφαρμόσθηκε τοποθετούσε τις κεντρικές λειτουργίες – διοίκηση, αγορά, υπηρεσίες, πολιτισμός – στο κέντρο του οικισμού, δημιουργώντας περιφερειακά ζώνες κατοικίας των στρατιωτικών βαθμοφόρων. Στο σχεδιασμό της νέας πόλης οι αρχιτέκτονες R.Petracco και A.Bernabiti κατάφεραν να δημιουργήσουν ένα εξαιρετικό σύνολο μεσογειακού Ρασιοναλισμού. Τα κτήρια κατασκευάσθηκαν, όπως είναι η εκκλησία του Αγίου Φραγκίσκου (Α.Bernabiti 1935-1939), το θέατρο (A.Bernabiti 1936-1938), το δημοτικό σχολείο (R.Petracco 1934-1937) και η κυκλική αγορά (R.Petracco 1934-1936), είναι λιτά και λιγότερο <<πομπώδη>> απο εκείνα στη Ρόδο και στην Κω αλλά εξίσου εντυπωσιακά για τα μέτρα του τόπου. Χωρίς πολύπλοκα μορφολογικά στοιχεία, το ενδιαφέρον αυτής της αρχιτεκτονικής βρίσκεται στη φόρμα, τη χρήση του χρώματος και των υλικών και στην πλαστικότητα των όγκων που πολλές φορές γίνεται αρκετά τολμηρή.

ΠΗΓΗ: ΙΔΡΥΜΑ ΜΕΙΖΩΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ,

ΕΙΣΑΓΩΓΗ Β.ΚΟΛΩΝΑΣ

ΙΤΑΛΙΚΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΣΤΑ ΔΩΔΕΚΑΝΗΣΑ

bottom of page